Στην σημερινή δύσκολη συγκυρία πρέπει να πούμε την αλήθεια
Πρέπει να πούμε την αλήθεια.
Στην σημερινή δύσκολη συγκυρία πρέπει να πούμε την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι ότι για περισσότερο από 30 χρόνια ξοδεύαμε περισσότερα από όσα παράγαμε αλλά και όσα παράγαμε τα παράγαμε ακριβά. Επίσης δεν είχαμε προχωρήσει αποφασιστικά τις προηγούμενες δεκαετίες στις απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές. Αλλαγές που ακόμα σήμερα δεν έχουμε κάνει.
Έλλειμμα δημόσιου προϋπολογισμού, ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και ανταγωνιστικότητας. Τελικά η πολιτική που ακολούθησε η Ελλάδα, φάνηκε στην πράξη, και κοινωνικά άδικη και οικονομικά αναποτελεσματική.
Επέστρεψα στην Ελλάδα το 2010, μετά από πρόσκληση του Αντώνη Σαμαρά, διότι πιστεύω στις δυνατότητες αυτού του τόπου. Έζησα από το 1997 στο εξωτερικό, σπούδασα και δούλεψα σε διάφορα μέρη. Όπου έζησα είδα τους Έλληνες να πετυχαίνουν. Είμαστε ένας λαός που δουλεύει σκληρά, φιλότιμα, δημιουργικά. Ενώ όμως πετυχαίνουμε στο εξωτερικό, δεν τα καταφέρνουμε στον τόπο μας. Ακόμα ως χώρα δεν παράγουμε όσα χρειαζόμαστε για τις ανάγκες του πληθυσμού μας.
Στην Ελλάδα κάναμε μεγάλα λάθη,. Καταρχήν, δημιουργήσαμε ένα δυσκίνητο και αναποτελεσματικό Κράτος- Τέρας, στην αγκαλιά του οποίου λίγοι βολεύτηκαν και περισσότεροι συμβιβάστηκαν. Σαφέστατα η κατάσταση είναι κρίσιμη και απαιτεί Λύσεις που προϋποθέτουν μια ριζική αλλαγή νοοτροπίας. Μπροστά μας έχουμε επιλογές που απαιτούν δύσκολες αποφάσεις, σκληρή δουλειά και αρκετές ρήξεις.
Η σκληρή δουλειά λοιπόν θα αρχίσει από την πρώτη μέρα της Κυβέρνησης Σαμαρά. Με την νέα σύμβαση, τον Ιούνιο, μας δίνεται μια μοναδική ευκαιρία που δεν πρέπει να μείνει ανεκμετάλλευτη. Η νέα Κυβέρνηση πρέπει να προχωρήσει σε ριζικές παρεμβάσεις στο φορολογικό σύστημα, στο σύστημα κοινωνικών μεταβιβάσεων και στις δημόσιες δαπάνες. Η αποτελεσματικότητα των διαθρωτικών μεταρρυθμίσεων, θα καθορίσει την προοπτική της Ελλάδας την επόμενη δεκαετία. Τώρα μπαίνουν οι βάσεις για τον εκσυγχρονισμό του Κράτους.
Δεδομένου του δημογραφικού προβλήματος της χώρας, της γήρανσης του πληθυσμού, το οποίο δεν συζητάμε αρκετά, η ανάπτυξη της οικονομίας θα πρέπει να προέλθει από την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας, αύξηση η οποία απαιτεί τομές αλλά και νέες επενδύσεις. Δυστυχώς η Ελλάδα, δεν υποδέχθηκε ποτέ νέες επενδύσεις. Σήμερα δε, βιώνουμε ένα επενδυτικό κενό. Ο Δημόσιος Τομέας δεν επενδύει, παρά την πρόβλεψη του Προϋπολογισμού λόγω αδυναμίας να δαμάσει τις λοιπές δαπάνες. Ο Ιδιωτικός Τομέας δεν επενδύει λόγω έλλειψης ρευστότητας και λόγω μη ανταγωνιστικού φορολογικού και ρυθμιστικού περιβάλλοντος. Τέλος ξένες επενδύσεις δεν έχει προσελκύσει η χώρα μας, λόγω και της αστάθειας που δημιουργούσαν οι αναθεωρήσεις του Προγράμματος.
Και είναι και πολύ λογικό να υπάρχει αυτό το Επενδυτικό κενό. Διότι ποιός και με ποιά λογική θα επενδύσει σήμερα στην Ελλάδα; Τι θα τον προσελκύσει; οι φόροι; η γραφειοκρατία; η φερεγγυότητα του Κράτους ή σε μερικές περιπτώσεις ακόμα και η διαφθορά; Στο νέο περιβάλλον, είναι σαφώς επιτακτική η ανάγκη δημοσιονομικής πειθαρχίας. Οι όποιες ελλείψεις στην ζητούμενη δημοσιονομική ισορροπία πρέπει να προέρθουν άμεσα από την μείωση των δαπανών και σταδιακά οι προστιθέμενες αξίες να προκύψουν από την ανάκαμψη της οικονομίας. Χωρίς φοροεπιδρόμες. Αλλά μόνο η δημοσιονομική πειθαρχία δεν αρκεί. Ταυτόχρονα απαιτούνται δράσεις για την ανάπτυξη της οικονομίας και την προστασία της κοινωνικής συνοχής. Θα πρέπει να εισάγουμε στο πρόγραμμα την Ανάπτυξη! Διότι χωρίς Ανάπτυξη, δεν πρόκειται να επιτύχουμε ούτε τους στόχους του προγράμματος, ούτε να βγούμε από την ύφεση, ούτε να ενισχύσουμε την κοινωνική συνοχή.
Το οικοδόμημα ανάπτυξης πρέπει να στηρίζεται σε 7 πυλώνες:
Πρώτος, η φορολογία. Με σταθερό φορολογικό συντελεστή 15% (flat-rate) για τις επιχειρήσεις, επειδή με αυτό το ποσοστό η Ελλάδα ξαναμπαίνει στο παιχνίδι για τις επενδύσεις.
Δεύτερος, το Ρυθμιστικό καθεστώτος για να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της χώρας. Ο περιορισμός της γραφειοκρατίας αναμένεται να έχει θετικές συνέπειες στο ΑΕΠ της χώρας και υπολογίζεται ότι θα εξοικονομήσει ποσά άνω των 4 δισ.
Τρίτος, η ρευστότητα. Η δημιουργία μηχανισμού αυτόματης συγκέντρωσης και συμψηφισμού όλων των οφειλών των νομικών προσώπων προς και από το Δημόσιο. Η απορρόφηση του ΕΣΠΑ και η δημιουργία μιας καθαρά Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας.
Τέταρτος, η πολιτικοοικονομική σταθερότητα και ασφάλεια.
Πέμπτος, η κοινωνική συνοχή. Επαναφέροντας, αρχικά, τις συντάξεις των χαμηλοσυνταξιούχων και τα επιδόματα των πολυτέκνων μόλις βελτιωθεί λίγο η κατάσταση της οικονομίας.
Έκτος, η Παιδεία. Ιδιωτικά πανεπιστήμια και σύνδεση της έρευνας με την παραγωγή και τις επιχειρήσεις.
Έβδομος, η Δικαιοσύνη. Η βραδύτητα απονομής της δικαιοσύνης είναι σημαντικός λόγος ματαίωσης επενδύσεων. Οι εκατοντάδες μπλοκαρισμένες επενδύσεις αποδεικνύουν αυτή τη θέση. Ενστάσεις και άλλες νομικές διαδικασίες πρέπει να εξετάζονται άμεσα και οριστικά.
Στο καινούργιο μοντέλο ανάπτυξης πρέπει να εστιάσουμε στην αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα, με έμφαση στην απόδοση των πόρων που η κοινωνία επενδύει. Πρέπει να δούμε «τι ποσά» ξοδεύουμε, « που», «γιατί» και τι τελικά αυτά που ξοδεύουμε φέρνουν πίσω στην κοινωνία. Τι απόδοση έχουν τα χρήματα μας δηλαδή. Αυτό θα απαιτήσει και κάθετες και οριζόντιες μεταρρυθμίσεις, όπως για παράδειγμα το αυτόματο σύστημα συμψηφισμού οφειλών.
Μεγάλη ελπίδα της χώρας είναι ο ιδιωτικός τομέας. Η εποχή της χαμηλής ανταγωνιστικότητας και της δαιμονοποίησης της επιχειρηματικότητας, πρέπει να έλθει εις πέρας. Η Ελλάδα δεν έχει άλλη επιλογή οικονομικής επιβίωσης από τον να σταματήσει να προβάλλει εμπόδια στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Οι εταιρείες φεύγουν από την Ελλάδα σήμερα, δεν έρχονται.
Η λογική της επιχειρηματικότητας πρέπει να διαπνέει και δημόσιο Τομέα. Πρέπει επιτέλους να εγκαταλείψουμε τον κρατισμό και να υιοθετήσουμε την έννοια του Κράτους-Επενδυτή. Ενός κράτους που θα διαχειρίζεται και το ενεργητικό και το παθητικό του, με κριτήριο την μεγιστοποίηση της δημόσιας ωφέλειας.